Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

Δ.Ε.Π.Υ ( Διαταραχή ελλειματικής προσοχής και υπερκινητικότητα )

Πολλοί γονείς πιστεύουν πως το παιδί τους είναι υπερκινητικό
ενώ στην πραγματικότητα έχουν ένα φυσιολογικό, πολύ ζωηρό
παιδί. Οι γονείς επίσης πιστεύουν πως η ΔΕΠΥ έχει μόνο σχέση
με την υπερκινητικότητα. Όμως η ΔΕΠΥ είναι ένας συνδυασμός μιας
ομάδας ενοχλητικών συμπεριφορών που μπορεί να συμπεριλαμβάνουν
την υπερκινητικότητα. Η ΔΕΠΥ κάνει τα παιδιά να αποδίδουν πνευματικά
χαμηλότερα και να συμπεριφέρονται χειρότερα σε σχέση με τη
γονική φροντίδα που δέχονται.
Είναι ασυνήθιστο να διαγνωστεί ένα παιδί με ΔΕΠΥ πριν τη σχολική
ηλικία αλλά συμβαίνει. Στη δουλειά μου με αυτά τα παιδιά τα παράπονα
που ακούω συνήθως περιλαμβάνουν χαμηλή αντοχή στην απογοήτευση,
έλλειψη λογικης, απαιτητικά, ανικανοποίητα, ζωηρά, θορυβώδη,
και απερίσκεπτα επιθετικά με άλλα παιδιά. Το πρόβλημα το προκαλεί ο
βαθμός και ο συνδυασμός αυτών των συμπεριφορών.

Αυτές τις διαταραχές συμπεριφοράς και μάθησης τις προκαλεί μια
ανεπαίσθητη διαφορά στα λεπτά κουρδίσματα του φυσιολογικού εγκεφάλου.
Αυτό επηρεάζει κυρίως εκείνα τα τμήματα του εγκεφάλου που
ελέγχουν την αντανακλαστική σκέψη και βάζουν φρένο στην κακή συμπεριφορά (οι μετωπιαίοι λοβοί και οι συνδέσεις τους).
Ένα 2 τοις εκατό τουλάχιστον του σχολικού πληθυσμού πάσχει από
ΔΕΠΥ, και μερικοί αναφέρουν ψηλότερα ποσοστά ακόμα και 5 τοις εκατό.
Συχνότερα πάσχουν τα αγόρια από τα κορίτσια. Οι πρώτες συμπεριφορές
της ΔΕΠΥ είναι συνήθως προφανείς πριν την ηλικία των 3 ετών,
όμως λίγα από αυτά τα παιδιά χρειάζονται θεραπεία πριν ξεκινήσουν
το σχολείο. Η ΔΕΠΎ είναι χρόνια πάθηση και τώρα πιστεύεται πως το
60 τοις εκατό των πασχόντων θα κουβαλήσουν ένα αριθμό από τα συ μπτώματα
τους μαζί τους και στην ενηλικίωση.
Μέχρι σχετικά πρόσφατα, οι ειδικοί επέρριπταν την ευθύνη της
ΔΕΠΎ στη σχέση με τους γονείς η άλλες σχέσεις. Άλλοι υποστηριζαν
πως η ΔΕΠΥ οφειλόταν σε συντηρητικά των τροφών. Τώρα ξέρουμε
πως τίποτα από τα δύο δεν φταίει, αν και το επίπεδο της γονικής φρο ντίδας
και μερικές διατροφικές ουσίες μπορεί να επηρεάζουν την ήδη
υπάρχουσα ΔΕΠΎ. Δύο πράγματα είναι σίγουρα: πρώτον, ότι η ΔΕΠΥ
είναι έντονα κληρονομικη και δεύτερον ότι είναι πάθηση με οργανικό
υπόστρωμα.
Η κληρονομικότητα της πάθησης είναι προφανής γιατί πάρα πολλοί
πάσχοντες έχουν ένα γονιό ή ένα στενό συγγενή με παρόμοιο πρόβλημα.
Αν ένας μονοζυγωτικός δίδυμος έχει την πάθηση υπάρχει πιθανότητα
90 τοις εκατό να την έχει και ο άλλος αδερφός. Αν ένα παιδί
πάσχει από ΔΕΠΥ υπάρχει μία πιθανότητα γύρω στο 30 τοις εκατό να
εμφανιστεί και σε κάποιο αδερφό του. Η πλειοψηφία των παιδιών που
εμφανίζονται με ΔΕΠΥ έχουν κόποιο γονιό ή στενό συγγενή που έχει
αντιμετωπίσει πολλές από τις ίδιες δυσκολίες.


Τα παιδιά με Δ.Ε.Π.Υ.χαρακτηρίζονται με ενεργnτικότnτα, έντονn κινnτική δραστnριότnτα, μειωμένο αυτοέλεγχο των ορμών και  μεταπήδnσn από τn
μια δραστnριότnτα στnν άλλn, ιδιαίτερα εάν τα παιδιά δεν τις
βρίσκουν ενδιαφέρουσες. Θεωρούνται από τους περισσότερους
ως φυσιολογικές συμπεριφορές των παιδιών και ιδιαίτερα των
παιδιών προσχολικής nλικίας (Κάκουρος, Μανιαδάκn, 2006 · Καλαντζι'
ι- Αζίζι, Καραδι'ιμας, 2005).

 Υπάρχουν όμως παιδιά που ο βαθμός εμφάνισης των παραπάνω
συμπεριφορών, καθώς και n ένταση τους, παρουσιάζεται
σε υπερβολικό βαθμό σε σχέσn με τον μέσο όρο των συνομηλίκων
τους. Τα παιδιά αυτά επιδεικνύουν μια παρορμnτική και πολλές
φορές αντιδραστική συμπεριφορά, αδυνατούν να υλοποιήσουν
τα καθήκοντά τους και να επιτύχουν σε μακροπρόθεσμους
στόχους. Θα λέγαμε ότι αν και φαίνεται να έχουν φυσιολογική νοnμοσύνn, ωστόσο αντιμετωπίζουν δυσκολίες να ανταπεξέλθουν
στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος και, γενικότερα, να
έχουν μια συμπεριφορά ανάλογn του αναπτυξιακού τους επιπέδου
(Hallowell, Ratey, 2003 · Κάκουρος, Μανιαδάκn, 2006).
Ο όρος ΔΕΠ/Υ χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κοινή, αναnτυξιακή διαταραχή που εμφανίζεται στnν παιδική nλικία
με κυρίαρχα συμπτώματα τn δυσκολία συγκέντρωσης, τnν υπερκινnτικότnτα
και τnν παρορμητικότητα (ΑΡΑ, 2000). Συγκριτικά
με τους όρους που είχαν δοθεί στο παρελθόν στn συγκεκριμένη
διαταραχή, πλέον δίνεται έμφασn στον αυτοέλεγχο και στn διαχείριση
των παρορμήσεων και λιγότερο στον παράγοντα προσοχή
(Καλαντζή-Αζίζι, Καραδήμας, 2005).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου